Δεν φτάνει που ήσουν ερχομός θερμοκηπίων
ενόχλησες και την ορθογραφία μου.
Κατ' επανάληψη λες,μ' έπιασες να γράφω
συνδιάζω αντί συνδυάζω που σημαίνει
συν-δύο,βάζω το ένα δίπλα στο άλλο
τα δυο μαζί ενώνω-το ζω το αφήνουμε έξω
για μετά,αν πετύχει ο συνδυασμός.
Δεν είναι λάθος φίλε μου.
Είναι μια πρόωρη ανάπτυξη αδυναμίας.
Δείξε μου εσύ ένα ύψιλον
που να κατάφερε ποτέ σωστά να μας ενώσει.
Συνδυασμοί πολλοί αλλά πόσοι γνώρισαν
τη ρηματική του ζω απεραντοσύνη.
Απ' τη σκοπιά του καθενός η ορθογραφία.
Πάρε παράδειγμα
τι κινητά που γράφεται το ψέμα:
όταν εσύ το εξακοντίζεις προς τον άλλον
σωστά το γράφεις μέσα σου,θαρραλέα.
Όμως όταν εσύ το δέχεσαι κατάστηθα
τότε το γράφεις ψ αίμα .
Ρωτάς από πού ως πού
γράφω τη συμπόνοια με όμικρον γιώτα.
Ποιος ξέρει θα με παρέσυρε η άπνοια
ο ανοίκειος το ποίημα η οίηση
το κοιμητήριο η οικουμένη το οικτρόν
και η αοιδός επιθυμία
απ' την αρχή να ξαναγραφόταν ο κόσμος.
Εξάλλου σου θυμίζω η συμπόνια
πρωτογράφτηκε λάθος από το Θεό.
Γραψε λάθος
------------------------------------------------------
Όλη τη ζωή μου έζησα σε μια καρύδα.. Δεν είναι σπουδαίος τόπος να ζει κανείς;
Ήταν στενάχωρα και σκοτεινά ιδιαίτερα το πρωί που έπρεπε να ξυριστώ. Εκείνο όμως που μ’ ενοχλούσε πιο πολύ ήταν η έλλειψη επαφής με τον έξω κόσμο. Αν κανένας δεν έβρισκε την καρύδα και δεν αποφάσιζε να την σπάσει, ήμουνα καταδικασμένος να ζήσω όλη μου τη ζωή μέσα σε μια καρύδα. Ίσως και να πεθάνω εκεί.
Πέθανα μέσα σ’ αυτή την καρύδα. Κανά δυο χρόνια αργότερα κάποιοι βρήκαν την καρύδα και την έσπασαν και βρήκαν μέσα ζαρωμένο και ξεραμένο. «Τι κρίμα», είπαν, «αν τον βρίσκαμε πιο νωρίς, ίσως να μπορούσαμε να τον σώσουμε. Ίσως να υπήρχαν κι άλλοι κλεισμένοι έτσι σαν κι αυτόν».
Άρχισαν λοιπόν να τριγυρίζουν και να σπάνε όλες τις καρύδες. Ήταν ανώφελο όμως. Ήταν χωρίς νόημα. Ήταν χαμένος καιρός. Άνθρωποι που αποφασίζουν να ζήσουνε μέσα σε μια καρύδα, τέτοιοι τρελοί υπάρχουν μόνο ένας στο εκατομμύριο. Γιατί βλέπετε, δεν μπορούσα να τους πω πως έχω έναν αδερφό που ζει μέσα σ’ένα βελανίδι…