παρόλο που κι εμένα με ξενίζει ο τόλκιν σε ένα τέτοιο θρεντ πρεπει να ομολογήσω οτι η σκηνή της δημιουργίας του κόσμου στο σιλμαρίλιον είναι εφάμιλλη της σκηνής που περιγράφεται ο παγος στο 100 χρόνια μοναξιάς.
Ο ikonoklast όλο με πληγώνει. Αλλά ντάξει, μετά μου περνάει.
το θέμα είναι τ ώ ρ α τι λες
Καλά φάγαμε καλά ήπιαμε
Καλά τη φέραμε τη ζωή μας ως εδώ
Μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζοντας
το θέμα είναι τ ώ ρ α τι λες
these walls built to stand come-what-may
lie shattered in the ashes.
Από το "A long way down"
I’d spent the previous couple of months looking up suicide inquests on the Internet, just out of curiosity. And nearly every single time, the coroner says the same thing: “He took his own life while the balance of his mind was disturbed.” And then you read the story about the poor bastard: His wife was sleeping with his best friend, he’d lost his job, his daughter had been killed in a road accident some months before . . . Hello, Mr. Coroner? Anyone at home? I’m sorry, but there’s no disturbed mental balance here, my friend. I’d say he got it just right. Bad thing upon bad thing upon bad thing until you can’t take any more, and then it’s off to the nearest multistory car park in the family hatchback with a length of rubber tubing. Surely that’s fair enough? Surely the coroner’s report should read, “He took his own life after sober and careful contemplation of the fucking shambles it had become.”
Not once did I read a newspaper report that convinced me that the deceased was off the old trolley. You know: “The Manchester United forward, who was engaged to the current Miss Sweden, had recently achieved a unique Double: He is the only man ever to have won the FA Cup and an Oscar for Best Actor in the same year. The rights to his first novel had just been bought for an undisclosed sum by Steven Spielberg. He was found hanging from a beam in his stables by a member of his staff.” Now, I’ve never seen a coroner’s report like that, but if there were cases in which happy, successful, talented people took their own lives, one could safely come to the conclusion that the old balance was indeed wonky. And I’m not saying that being engaged to Miss Sweden, playing for Manchester United, and winning Oscars inoculates you against depression—I’m sure it doesn’t. I’m just saying that these things help. Look at the statistics. You’re more likely to top yourself if you’ve just gone through a divorce. Or if you’re anorexic. Or if you’re unemployed. Or if you’re a prostitute. Or if you’ve fought in a war, or if you’ve been raped, or if you’ve lost somebody . . . There are lots and lots of factors that push people over the edge; none of these factors are likely to make you feel anything but fucking miserable.
I went down into the valley to pray.
I got drunk and I stayed all day.
αυτό, και γενικά όλες οι ατάκες του μάρτιν. εξαιρετικό βιβλίο, πάμε να δείρουμε τα μόμολα που το κράζουν στο θρεντ του χόρνμπι.
Τελικά, μια Τρίτη του Δεκέμβρη, την ώρα του μεσημεριανού φαγητού, έβγαλε μονοκοπανιά όλο το βάρος της αγωνίας του. Τα παιδιά θα θυμόνταν σ'όλη την υπόλοιπη ζωή τους τη μεγαλόπρεπη σοβαρότητα του πατέρα τους, που κάθισε στο κεφάλι του τραπεζιού, τρέμοντας από τον πυρετό, ταλαιπωρημένος από το παρατεταμένο ξενύχτι και το ξάναμμα της φαντασίας του, και τους αποκάλυψε την ανακάλυψή του:
"H γη είναι ολοστρόγγυλη σαν πορτοκάλι".
Η Ούρσουλα έχασε την υπομονή της. "Αν πρέπει να τρελαθείς οπωσδήποτε, τότε να τρελαθείς μόνος σου", του φώναξε. "Αλλά μην προσπαθείς να βάλεις στο μυαλό των παιδιών τσιγγάνικες ιδέες". [...]
Κρατώντας ένα παιδί με κάθε του χέρι, για να μην τα χάσει μες στην πολυκοσμία, σκοντάφτοντας πάνω σε σαλτιμπάγκους με χρυσά δόντια και ζογκλέρ με έξι χέρια, πνιγμένος από την ανάμεικτη αποφορά κοπριάς και σανδαλόξυλου που ανάδινε το πλήθος, ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία πήγαινε σαν τρελός, αναζητώντας τον Μελκιάδες παντού, για να του αποκαλύψει τα άπειρα μυστικά αυτού του καταπληκτικού εφιάλτη. Ρώτησε διάφορους τσιγγάνους, που δεν καταλάβαιναν τη γλώσσα του. Τελικά, έφτασε στον τόπο που συνήθιζε να στήνει τη σκηνή του ο Μελκιάδες και συνάντησε έναν επιφυλακτικό Αρμένιο που διαφήμιζε, στα ισπανικά, ένα σιρόπι που θα τον έκανε αόρατο. Είχε μόλις κατεβάσει μονορούφι μια κούπα μ'ένα κεχριμπαρένιο υγρό, όταν ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία άνοιξε δρόμο με τους αγκώνες του, ανάμεσα στο απορροφημένο πλήθος που παρακολουθούσε το θέαμα, και πρόλαβε να τον ρωτήσει. Ο τσιγγάνος τον περιέβαλε με το κατάπληκτο βλέμμα του, προτού μετατραπεί σε μια κηλίδα από πίσσα που βρόμαγε και κάπνιζε κι όπου αντηχούσε ακόμα η απάντηση του: "O Μελκιάδες πέθανε". Στενοχωρημένος από την είδηση, ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία έμεινε ακίνητος, προσπαθώντας να ξεπεράσει τον πόνο του, ώσπου ο κόσμος διαλύθηκε τραβηγμένος από άλλα θεάματα κι η κηλίδα του επιφυλακτικού Αρμένιου εξατμίστηκε εντελώς. Πιο ύστερα, άλλοι τσιγγάνοι τον διαβεβαίωσαν πως πραγματικά ο Μελκιάδες είχε πεθάνει από πυρετούς στα παράλια της Σιγκαπούρης κι είχαν ρίξει το σώμα του στο πιο βαθύ σημείο της θάλασσας της Ιάβας. Τα παιδιά δεν ενδιαφέρθηκαν για το νέο. Επέμεναν να τα πάει ο πατέρας τους να γνωρίσουν το συγκλονιστικό νεοτερισμό των σοφών της Μέμφιδας, που διαφήμιζαν στην είσοδο μιας σκηνής και που, όπως λέγανε, ανήκε στο βασιλιά Σολομώντα. Επέμεναν τόσο πολύ , ώστε ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία πλήρωσε τριάντα ρεάλια και τα οδήγησε στο κέντρο της σκηνής, όπου στεκόταν ένας γίγαντας με μαλλιαρό στήθος και ξυρισμένο κεφάλι, μ'έναν μπρούτζινο χαλκά στη μύτη του και μια βαριά αλυσίδα στον αστράγαλο, και φύλαγε ένα πειρατικό σεντούκι. Μόλις ο γίγαντας άνοιξε το σεντούκι, βγήκε ένας παγωμένος αέρας. Μέσα υπήρχε μόνο ένας τεράστιος διάφανος όγκος, με αμέτρητες εσωτερικές βελόνες, όπου το φως του σούρουπου διαλυόταν σε χρωματιστά αστέρια. Σαστισμένος, γιατί ήξερε πως τα παιδία περίμεναν μιαν άμεση εξήγηση, ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία τόλμησε να μουρμουρίσει:
"To πιο μεγάλο διαμάντι του κόσμου".
"Όχι", τον διόρθωσε ο τσιγγάνος. "Είναι πάγος".
Ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία, χωρίς να καταλαβαίνει, άπλωσε το χέρι του προς το παγόβουνο, αλλά ο γίγαντας του το 'σπρωξε. "Πέντε ρεάλια ακόμα για να το πιάσεις", είπε. Ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία τα πλήρωσε και τότε έβαλε το χέρι πάνω στον πάγο και το κράτησε εκεί κάμποσα λεπτά, ενώ η καρδιά του φούσκωνε από φόβο κι ενθουσιασμό από την επαφή με το μυστήριο. Μην ξέροντας τι να πει, πλήρωσε άλλα δέκα ρεάλια για να ζήσουν κι οι γιοι του αυτή τη θαυμαστή εμπειρία. Ο μικρότερος, ο Χοσέ Αρκάδιο, αρνήθηκε να τ'αγγίξει. Αντίθετα, ο Αουερλιάνο έκανε ένα βήμα μπροστά, ακούμπησε το χέρι του και το τράβηξε αμέσως. "Ζεματάει", φώναξε τρομαγμένος. Ο πατέρας του όμως δεν του 'δωσε σημασία. Μεθυσμένος από την αποκάλυψη του θαύματος, ξέχασε εκείνη τη στιγμή την απογοήτευση απ'τα τρελά του σχέδια και το σώμα του Μελκιάδες εγκαταλειμμένο στις ορέξεις των καλαμαριών. Πλήρωσε άλλα πέντε ρεάλια και, με το χέρι ακουμπισμένο πάνω στο παγόβουνο, σαν να 'δινε κατάθεση με το χέρι πάνω στο Ευαγγέλιο, φώναξε:
"Αυτή είναι η μεγαλύτερη εφεύρεση της εποχής μας".
Gabriel García Márquez, μτφ: Kλαίτη Σωτηριάδου - Μπαράχας
Last edited by run4rum; 09-12-2009 at 14:46.
Θα μείνω πάντα ιδανικός κι ανάξιος εραστής
των μακρυσμένων ταξιδιών και των γαλάζιων πόντων,
και θα πεθάνω μια βραδιά, σαν όλες τις βραδιές,
χωρίς να σχίσω τη θολή γραμμή των οριζόντων.
Για το Μαδράς, τη Σιγγαπούρ, τ' Αλγέρι και το Σφαξ
θ' αναχωρούν σαν πάντοτε περήφανα τα πλοία,
κι εγώ, σκυφτός σ' ένα γραφείο με χάρτες ναυτικούς,
θα κάνω αθροίσεις σε χοντρά λογιστικά βιβλία.
Θα πάψω πιά για μακρινά ταξίδια να μιλώ,
οι φίλοι θα νομίζουνε πως τα 'χω πιά ξεχάσει,
κι η μάνα μου, χαρούμενη, θα λέει σ' όποιον ρωτά :
"Ηταν μιά λόξα νεανική, μα τώρα έχει περάσει . . . "
Μα ο εαυτός μου μιά βραδιάν εμπρός μου θα υψωθεί
και λόγο, ως ένας δικαστής στυγνός, θα μου ζητήσει,
κι αυτό το ανάξιο χέρι μου που τρέμει θα οπλιστεί,
θα σημαδέψει, κι άφοβα το φταίστη θα χτυπήσει.
Κι εγώ, που τόσο επόθησα μια μέρα να ταφώ
σε κάποια θάλασσα βαθιά στις μακρινές Ινδίες,
θα 'χω ένα θάνατο κοινό και θλιβερό πολύ
και μιά κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες.
Dorothy Parker
1.Résumé
Razors pain you,
Rivers are damp,
Acids stain you,
And drugs cause cramp.
Guns aren't lawful,
Nooses give,
Gas smells awful.
You might as well live.
2.Thoughts for a Sunshiny Morning
It costs me never a stab nor squirm
To tread by chance upon a worm.
"Aha, my little dear," I say,
"Your clan will pay me back some day."
3. Frustration
If I had a shiny gun,
I could have a world of fun
Speeding bullets through the brains
Of the folk who give me pains;
Or had I some poison gas,
I could make the moments pass
Bumping off a number of
People whom I do not love.
But I have no lethal weapon-
Thus does Fate our pleasure step on!
So they still are quick and well
Who should be, by rights, in hell.
Es el sonido de su mundo derrumbándose/Es el del nuestro resurgiendo
El día que fue el día, era noche/Y noche será el día que será el día
Φτάσαμε στην Eλλάδα μετά τρεις μέρες. Kατευθείαν από τον σταθμό πήγαμε στο άσυλο. Aπό τέσσερα χρόνια νοσηλευόταν εκεί η μητέρα Eυρυδίκη. Eίχε προσβληθεί από βαρειά άνοια. Tίποτε δεν καταλάβαινε κανέναν δεν αναγνώριζε. Tο στόμα της έκαμνε συνέχεια έναν ρυθμικό σπασμό προς τα μέσα. Σαν να θήλαζε ρουφούσε αχόρταγα το γάλα από έναν αόρατο μητρικό μαστό. O θάλαμος ήταν γεμάτος από ανοϊκές ηλικιωμένες γυναίκες. Όλες σιωπηλές και ακίνητες. H μητέρα Eυρυδίκη ήταν δεμένη με χοντρά πέτσινα λουριά στα σίδερα του κρεββατιού. Eπειδή πάθαινε φοβερές διεγέρσεις και κανένα φάρμακο δεν τις κατέστελλε. H Kυβέλη στάθηκε από πάνω της. Έσκυψε και την κοίταξε βαθειά στα μάτια. H μητέρα Eυρυδίκη μούγκρισε ενοχλημένη. H Kυβέλη τής χάιδεψε τα μαλλιά την φίλησε στο μέτωπο και στα δεμένα χέρια. Γύρισα να φύγω κι άκουσα πίσω μου την Kυβέλη να φωνάζει. Στράφηκα και την είδα. Mε τρόμο με πόνο κλαίοντας μού φώναξε εσένα. Eσένα τώρα ποιος θα σε συνοδεύσει; Aμέσως σώπασε κι αδιαφόρησε. Έλυσε τα μαλλιά της και ξάπλωσε δίπλα στη μάνα μας. Άπλωσε τα βυσσινιά της φορέματα τα πολλά μαύρα της μαλλιά και την σκέπασε ολόκληρη. Tις πήρε και τις δυο ο ύπνος. Aγκαλιασμένες ακίνητες κείτονταν μαζί και ήταν σαν η μια να τραβούσε τρυφερά την άλλη όλο και πιο βαθειά μέσα στον δικό της ύπνο. Mια γριά νάνος παχειά με γκρίζα κουρεμένα μαλλιά με την κίτρινη στολή των τραπεζοκόμων. Παλιά τρόφιμη που την είχαν κρατήσει να ψευτοδουλεύει στο άσυλο. Mπήκε ξαφνικά στον θάλαμο και πήγε ίσια στο κρεββάτι τους σα να ήταν εκεί από την αρχή. Tεντώθηκε και τις περιεργάσθηκε τις άγγιξε έκανε τον σταυρό της. Mε πλησίασε τρέχοντας κι ανασηκώνοντας τα ζωηρά της μάτια με κοίταξε χαρούμενη. Eίπε με χαρμόσυνη κοριτσίστικη φωνή πεθάναν.
τιναυτό;
After the Triumph of Your Birth.
Στο γραφείο του ταχυδρομείου πήγε κατευθείαν στον προϊστάμενο:
"Περιμένω ένα επείγον γράμμα" είπε. "Αεροπορικό".
Ο προϊστάμενος έψαξε στις θυρίδες που ήταν βαλμένες με τη σειρά. Όταν τέλειωσε το διάβασμα έβαλε τα γράμματα στο αντίστοιχο ψηφίο αλλά δεν είπε τίποτα. Ξεσκόνισε τα χέρια του και γύρισε στο συνταγματάρχη μ' ένα βλέμμα γεμάτο νόημα.
"Έπρεπε το λάβω σήμερα, οπωσδήποτε" είπε ο συνταγματάρχης.
Ο προϊστάμενος ανασήκωσε τους ώμους του.
"Το μόνο που έρχεται οπωσδήποτε είναι ο θάνατος, στρατηγέ".
Η γυναίκα του τον υποδέχτηκε μ' ένα πιάτο χυλό από καλαμπόκι. Το έφαγε σιωπηλά με μεγάλες παύσεις για να σκέφτεται από κουταλιά σε κουταλιά. Καθισμένη απέναντί του, η γυναίκα κατάλαβε πως κάτι είχε αλλάξει στο σπίτι.
"Τι συμβαίνει" ρώτησε.
"Σκέφτομαι τον υπάλληλο απ' τον οποίο εξαρτάται η σύνταξη" είπε ψέματα ο συνταγματάρχης. "Σε πενήντα χρόνια θα είμαστε ήσυχοι μέσα στο χώμα κι αυτός ο καημένος θα αγωνιά κάθε Παρασκευή περιμένοντας τη σύνταξή του".
"Κακό σημάδι" είπε η γυναίκα. "Θα πει πως άρχισες να παραιτείσαι". Συνέχισε να τρώει το χυλό της. Αλλά την άλλη στιγμή κατάλαβε ότι ο άντρας της ήταν ακόμα αφηρημένος.
"Κοίτα να απολαύσεις το χυλό σου".
"Είναι πολύ καλός" είπε ο συνταγματάρχης. "Πού τον βρήκες;".
"Από τον πετεινό" απάντησε η γυναίκα. "Τα παιδιά τού έφεραν τόσο καλαμπόκι που αποφάσισα να το μοιραστούμε. Έτσι είναι η ζωή".
"Σωστά" αναστέναξε ο συνταγματάρχης. "Η ζωή είναι η καλύτερα εφεύρεση που έγινε ποτέ".
Gabriel García Márquez - Ο συνταγματάρχης δεν περιμένει γράμμα από πουθενά
Es el sonido de su mundo derrumbándose/Es el del nuestro resurgiendo
El día que fue el día, era noche/Y noche será el día que será el día
"Μαλακισμένα. Τα πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν πιο εύκολα" είπε ο Μπροκ κάνοντας πίσω και κουνώντας το κεφάλι του. "Εγώ ήθελα να μοιραστώ τα φράγκα μαζί σας. Αλλά πήγατε και μού 'πατε ψέμματα και τα γαμήσατε όλα. Και τώρα μάλλον σκέφτεστε: θα πάρουμε το αίμα μας πίσω απ'αυτό τον καριόλη. Θα τον γονατίσουμε τον πούστη ή θα βρούμε κάποιον άλλο που θα μπορεί να τον κάνει να φάει χώμα, κι έτσι θα πάρουμε την εκδίκηση μας." Ο Μπροκ ίσιωσε το πουκάμισο του. "Ξέρετε κάτι όμως, μαλακισμένα; Δεν μπορείτε να μου την κάτσετε. Δεν είστε άντρες για να τα βάλετε μαζί μου. Και δεν έχετε κανέναν να σας προστατέψει. Και αν ξέρατε κάποιον που νά 'ναι αρκετά δυνατός για να τα βάλει μ'εμένα, τότε αυτός είναι ή στη φυλακή ή έχει πεθάνει. Και για να λέμε τα πράγματα όπως είναι, αν υπήρχε κάποιος που να νοιάζεται για σας, δε θα 'χατε γίνει βαποράκια να στέκεστε σ'αυτή τη μίζερη γωνία όλη τη μέρα. Τι σας μένει λοιπόν; Τ'αρχίδια που δεν έχετε, μαλακισμένα."
Τζορτζ Πελεκάνος - Ο κηπουρός της νύχτας.
T.E. Hulme - Above the Dock
Above the quiet dock in midnight
Tangled in the tall mast's corded weight
Hangs the moon. What seemed so far away
Is but a child's baloon, forgotten after play
Κι αν μου επιτρέπετε μια χαζομετάφραση:
Πάνω απ' το ήσυχο λιμάνι το μεσονύχτι
Πλεγμένη με σχοινί σε βάρος από ψηλό κατάρτι
Κρέμεται η Σελήνη. Κι ό,τι φαινόταν πριν τόσο μακρινό
Είναι απ'το παιχνίδι ξεχασμένο, μπαλόνια παιδικό.
Well, there's egg and bacon; egg sausage and bacon; egg and spam; egg bacon and spam; egg bacon sausage and spam; spam bacon sausage and spam; spam egg spam spam bacon and spam; spam sausage spam spam bacon spam tomato and spam;
Καυχιέσαι πως νίκησες το θάνατο· αλίμονό σου! έτσι νικούν το θάνατο; έκαμες παιδιά, μπουκιές για το Χάρο! μπουκιές για το Χάρο! Τί θα πεί παιδί; μπουκιά για το Χάρο! Γίνηκες ο χασάπης του και του κουβαλάς κρέατα να φάει, προδότη, λιποτάχτη, άναντρε!
"Ο τελευταίος πειρασμός"