Tο Sevas Tra των otep είναι ένα αξιόλογο nu-metal δισκάκι που πήρε τα μυαλά πολλών από όσους το άκουσαν. Η θεά λοιπόν επιστρέφει με το δεύτερο album τους.
Η πρώτη επαφή με εντυπωσίασε. Το artwork του cd είναι τρισδιάστατο, ενώ η θήκη παίζει το ρόλο 3D γιαλιών (και το κόκκινο στο εξώφυλλο δίνει μια απίστευτη "αιματηρή" αίσθηση στο ήδη περίεργο concept)
Όταν όμως έβαλα το δισκάκι στο cd έφαγα ψυχρολουσία. Η εισαγωγή requiem είναι ότι δε θα έπρεπε να είναι μια εισαγωγή: μεγάλη σε μέγεθος, βαρετή και άσχετη με το τραγούδι που ακολουθεί. Αντί για αυτό έχουμε ένα κομμάτι δυόμησι λεπτών με μια θεατρική πρόζα γύρω από τη καταπίεση των παιδιών κτλ το οποίο ελάχιστα κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή. Ευτυχώς ακολουθεί το warhead, ένα αντιπολεμικό τραγούδι - διαμαρτυρία στο πόλεμο του Ιράκ. Και εδώ φαίνεται η αλλαγή στη μουσική του συγκροτήματος: Η μουσική είναι πιο ξερή, λιγότερο groovy και πιο κοντά στο death metal, τα δε φωνητικά παραμένουν επιθετικότατα και εντυπωσιάζουν, όπως εντυπωσιάζει ο Joey Jordison των Slipknot στα τύμπανα(παίζει στα μισά τραγούδια του δίσκου). Το τρίτο κομμάτι δε, αν και πιο αργό και βαρύ σπέρνει. Εδώ τα χαμηλά, πονεμένα φωνητικά εναλλάσονται με τα πιο άγρια, ενώ το τραγούδι κλείνει με ένα απίστευτο ντουέτο της τραγουδίστριας με το μπασίστα. Το Buried Alive (έτσι λέγεται το κομμάτι) θα μπορούσε να ήταν το καλύτερο κομμάτι του δίσκου. Το επόμενο κομμάτι πάντως, (Sepsis) δε το απειλεί. Είναι ένα ακόμα επιθετικό κομμάτι που στέκεται επάξια δίπλα στα υπόλοιπα κομμάτια του δίσκου αν και χάνει στα σημεία.
Και το πέμπτο, το ομόνυμο, κομμάτι του δίσκου κάνει το μπαμ. Χαλαρά το καλύτερο κομμάτι του δίσκου, με απίστευτα alternative φωνητικά στο πρώτο μισό του, τα οποία καταφέρνουν να δώσουν μια ειρωνική χροια στο κομμάτι, μόνο και μόνο για να εκραγούν σε άλλη μια έκρηξη οργής. το δε έκτο κομμάτι (Hooks and splinters) κλείνει το πρώτο μισό και τη νοηματική ενότητα με τα επιθετικά τραγούδια αξιοπρεπός, αλλά σαφέστατα πιο αδύναμο από τα τέσσερα που προηγήθηκαν.
Το δεύτερο μισό ρτου δίσκου φιλοξενεί πολύ πιο "ήρεμα" και εσωτερικά κομματια. Ξεκινά με το gutter, το οποίο είναι εισαγωγή για το Autopsy song, μια ήρεμη στιγμή, λίγο υποτονική, λίγο καταθλιπτική αλλά όχι αδιάφορη. Το έννατο κομμάτι, το Suicide trees, είναι ένα μεγάλο κομμάτι (για τα δεδομένα του δίσκου), το πρώτο μισό του οποίου είναι μια βαρετή πρόζα αλλά το δεύτερο μισό εξελίσσεται σε ένα αργό, μελωδικό κομμάτι γεμάτο πίκρα και οργή (και μια βίαιη κορύφωση στο τέλος). Το δέκατο κομμάτι (Nein) ξεκινάει κι αυτό ήρεμα για να ανέβει σιγά σιγά και να αποκτήσει ένα δυαντό ρεφραίν, ενώ τα κουπλέ παραμένουν στο μιλητό ύφος. Απλά εδώ υπάρχει τουλάχιστον μια υποτυπώδης μελωδία από κάτω που κάπως κρατά το ενδιαφέρον του ακροατή. Όσο καλό κι αν είναι όμως το ρεφραίν (που είναι) το τραγούδι δε καταφέρνει να εντυπωσιάσει. Το ενδέκατο κομμάτι (self-made) είναι ένα επιθετικότατο κομμάτι με τρικάκια που παραπέμπουν σε σημεία σε Slipknot, γρήγορο riffing και επιθετικά φωνητικά. Αρκετά καλό αν και δε φτάνει τα τραγούδια του πρώτου μέρους. Τέλος το δωδέκατο κομμάτι είναι κι αυτό μια πρόζα που αν δεν είχε και το σόλο στα τύμπανα του Jordison θα ήταν αδιάφορη.
Συνολικά τώρα, παρά τις αδυναμίες που παρουσιάζει σε κάποια τραγούδια ο δίσκος αυτός έχει 7-8 τραγούδια που αξίζουν και με το παραπάνω. Μουσικά το συγκρότημα φαίνεται πιο ώριμο, ξεπερνώντας σιγά σιγά τις επιρροές του και δημιουργόντας ένα δικό του ύφος. Οι μουσικοί είναι εξαιρετικοί και η φωνή για άλλη μια φορά απίστευτα εκφραστική, καταφέρνωντας να περάσει τα συναισθήματα που θέλει. Είναι πιο δύσκολος και λιγότερο εμπορικός από το Sevas Tra και ίσως λίγο κατώτερος του ποιοτικά (εξαιτίας κάποιων λίγο πιο αδύναμων τραγουδιών που υπάρχουν εδώ) αλλά παρόλα αυτά αξιολογότατος. Αν μπορέσετε ρίξτε του κανένα αυτί, ιδίως αν πιστεύετε ότι το nu-metal έιναι ένα κατάπτυστο εμπορικό μουσικό προϊόν. Που ξέρετε, μπορεί να αλάξετε γνώμη.