Originally Posted by
Jim Dandy Mangrum
Ένα αγοράκι ξύπνησε στη μέση της νύχτας από έναν εφιάλτη και πήγε στο δωμάτιο των γονιών του για παρηγοριά. Mόλις όμως άνοιξε την πόρτα, είδε τη μαμά του να χοροπηδάει ολόγυμνη πάνω στην κοιλιά του μπαμπά του και, έκπληκτο, έτρεξε πίσω στο δωμάτιό του.
Mετά από λίγα λεπτά, η μαμά μπήκε στο δωμάτιο του μικρού δένοντας τη ρόμπα της.
"Mανούλα, τι έκανες στον μπαμπάκα;" ρώτησε στενοχωρημένος ο μικρός.
"Tίποτα, αγοράκι μου. Aπλώς ο μπαμπάκας πρόσεξε ότι τώρα τελευταία η κοιλιά του άρχισε να φουσκώνει και μου ζήτησε να πηδήξω λίγο πάνω της για να την ξανακάνω επίπεδη, αυτό είναι όλο..."
" A, αυτό ήταν; Kρίμα, μανούλα, γιατί χάνεις την ώρα σου προσπαθώντας να του μικρύνεις την κοιλιά."
"Γιατί το λες αυτό, αγοράκι μου;" ρώτησε η μαμά γελώντας.
"Nα, γιατί κάθε πρωί που φεύγεις για τη δουλειά, έρχεται η γειτόνισσα και γονατίζει μπροστά στον μπαμπά και του την ξαναφουσκωνει.
Το ζευγάρι κοιμάται αμέριμνο στο σπίτι, 3 η ώρα το πρωί όταν ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι. Έντρομοι πετάγονται από το κρεβάτι. Ο άντρας πάει στο θυροτηλέφωνο και ρωτάει:
-"Ποιος είναι;"
Ακούγεται μια αντρική φωνή
- "Φίλε, κατεβαίνεις να με σπρώξεις λίγο, σε παρακαλώ;"
-"ΤΙ;;; ενίσταται ο άντρας, "Μας ξύπνησες νυχτιάτικα για να κατέβω να σε σπρώξω; Δεν είσαι με τα καλά σου. Άντε παράτα μας!" και... γυρίζει στο κρεβάτι του, όπου εξηγεί στη γυναίκα του τι έγινε.
Σε κανένα 10 λεπτο, μόλις τους ξανάπαιρνε ο ύπνος, να’ σου πάλι το κουδούνι. Πετάγεται από το κρεβάτι ο τύπος, τρέχει στο θυροτηλέφωνο κι ακούει πάλι την ίδια φωνή:
- "Έλα, ρε φίλε! Κατέβα λίγο να με σπρώξεις σε παρακαλώ !"
Έξαλλος ο άντρας, του απαντάει -"Ρε, άμα κατέβω κάτω, θα σε κάνω μαύρο, το κατάλαβες; Εξαφανίσου, μην φωνάξω την αστυνομία!".
Γυρίζει ξανά στο κρεβάτι, οπότε του λέει η γυναίκα του:
- "Βρε αγάπη μου, ξυπνήσαμε που ξυπνήσαμε, κι όσο να’ ναι άνθρωποι είμαστε ... Θα μπορούσε να συμβεί και σένα μέσα στη νύχτα να μείνεις με το αυτοκίνητο και να μην υπάρχει ψυχή να σε βοηθήσει. Αντε,κάνε ένα ψυχικό, να πάει στα κομμάτια - μπας και ησυχάσουμε..."
"Τέλος πάντων, ας σου κάνω το χατίρι, γιατί αυτός είναι ικανός να ξαναχτυπήσει..."
Ρίχνει ένα μπουφάν πάνω από τις πυτζάμες και κατεβαίνει στον δρόμο, όπου όμως ... δεν υπάρχει ψυχή! Κοιτάει από δω, κοιτάει από κει, τίποτα.
Βάζει μια φωνή:
- "Πού είσαι εσύ που φωνάζεις τόση ώρα να σε σπρώξω;"
Κι ακούει τη φωνή του τύπου από το παρκάκι δίπλα
"ΕΔΩ, ΣΤΙΣ ΚΟΥΝΙΕΣ !!!!!!!!!"...