Quote Originally Posted by paddy honey View Post
Ο ηχος της βροχης εντυνε τη στεγη από αλουμινιο με κεινο τον υποκωφο μονοχρωμο επαναληπτικο τονο σα μανδυας απο αφρολεξ ζοσμενος μια γυμνη επωδο που σπαρταρα με καθε ρονια που αδειαζει εκκωφαντικα οπως μια ορμητικη χιονοστιβαδα θα επεπλεε στην ερημο Σαχαρα.

Κοιταξε εξω απ'το αυτοσχεδιο παραθυρο το γειτονικο κτιριο τοσο αρμονικα δεμενο με την αχανης αστικη στεπα που περιεβαλλε τα παντα, ακομα και τον ουρανο με τα αορατα αστερια. Ειχε πανσεληνο σημερα και η χλωμη αντανακλαση μες στη λαμπροτητα της πληροτητας που της εδινε τοση χαρη συναγωνιζοταν στηθος με στηθος τους δυνατους προβολεις απ'το κοντινο φρουριο.

Ενας στριγγος συναγερμος εξαυλωνε μεσα του καθε προσπαθεια σκεψης που πεθαινε πριν καν προλαβει να γεννηθει απ'το ζαλισμενο κεφαλι της. Κοιταξε με υφος απλανες το λεκιασμενο απο μαυρο ρουμι λευκο νεγκλιζε της.
Μια κρεμ μπρουλε αφημενη πανω στο τραπεζι, ειχε υποστει τη ζυμωση καμια δυο βδομαδων τροπικης ζεστης. Aναδιδε μια αποπνικτικη μυρωδια αποσυνθεσης αναμειγμενης με ζαχαρη "αυτη η υγρασια σου ξεψαχνιζει τα κοκκαλα" σκεφτηκε με τη διαυγεια που διαποτισε το θολωμενο μυαλο της η μεθυστικα ιταμη οσμη ξυπνωντας μεμιας ολες της τις αισθησεις.
Ο ηχος του ρολογιου της αποσπασε την προσοχη. Ηταν περασμενες τρεις. "Τοσο νωρις ακομα" σκεφτηκε. Αναψε ενα τσιγαρο και κατευθυνθηκε στον καθρεφτη πανω απο το παλιο σεκρετερ που βρισκοταν σε πρωιμο σταδιο σηψης. Τα τριποδα που το στηριζαν ειχαν υποχωρησει απο το βαρος του χρονου και το βλεμμα της σκονταψε στην ξεθωριασμενη αντακλαση των στρογγυλεμενων γωνίων του. Σηκωσε τα ματια της κι αντικρυσε τη δικη της αντανακλαση μεσα απο το νοθευμενο ημιφως της ολοφωτης σεληνης. Τα βεραμαν ξεφτια του τοιχου διπλα της ζωγραφισαν στο μυαλο της συγκεχυμενες εικονες κονκισταδορ μιας καποιας εποχης που ειχε προ πολλου παρελθει. Το φως μιας πινακιδας νεον που τρυπωνε απ'το παραθυρο εδινε μια φωσφοριζουσα νοτα στην εξαγριωμενη τους μορφη. Η εγκαταλελειμμενη φαβελα νανουριζοταν υπο το μιγμα της υποκρουσης του τοτε με το σημερα.
"Ειμαι η μονη που εμεινε" σκεφτηκε και μια θαλερη ανατριχιλα τη διαπερασε σαν χαμηλης τασης ηλεκτροδιο στη σπονδυλικη στηλη. Εστρεψε παλι το βλεμμα στον καθρεφτη και κοιταχτηκε με οση προσοχη της επετρεπε η φορτιση της στιγμης. Δυο μαυρες λωριδες σβηνονταν απ'τα ματια της στα μαγουλα της, υπολειμματα μασκαρας απ'το προηγουμενο βραδυ. Αυτος μολις χτες ηταν ακομα εδω. Αγγιξε το προσωπο της με τα νοερα δαχτυλα του που ηταν τα δικα της σε μια προσπαθεια να νιωσει το αγγιγμα του στο προσωπο της.

Επιχειρησε ν'αδραξει καθε πτυχη της ναρκωμενης απ'τον πονο ψυχη της καθως η ανατριχιλα της μετουσιωνοταν σε μια εκσταση πηγαια απ' τη διαισθηση καποιου αλχημιστη.

Εσυρε το χερι της στο σημειο της καρδιας της και τη μουδιασμενη αφη της αφουγκραστηκε τον χτυπο της.

Ηταν, λοιπον, ακομα ζωντανη.

Φυσηξε τον καπνο του τσιγαρου στην αντανακλαση του προσωπου της κι η οψη της σβηστηκε σ'ενα ομιχλωδες κυμα μεθης.
Αξαφνα, ενιωσε το κεφαλι της να ταλαντευεται σαν σαπισμενο καταρτι κι οι τρυγμοι του την αναγκασαν να σκεπασει ασκαρδαμυκτι με μια κινηση τ'αυτια της.