Περίεργο να χρειάζεται ένα ρούχο νομική ή και συνταγματική ρύθμιση. Υπάρχει προηγούμενο; Μήπως για το μαγιό; Μήπως για το στρινγκ;
Ασφαλώς και είναι ελεύθερη όποια γυναίκα θέλει να φοράει μαντίλα, να φοράει τσαντόρ, να φοράει και μπούργκα -το τελευταίο νομίζω πρέπει να αφαιρείται απλώς προσωρινά στα σύνορα ώστε να πραγματοποιείται η ταυτοπροσωπία. Μόνο κάποιοι χώροι -εκπαιδευτικοί κυρίως- σε ορισμένες χώρες έχουν βάλει περιορισμούς. Παρ' όλα αυτά, ποτέ η μαντίλα δεν είχε τέτοια τάση διάδοσης στο «δυτικό κόσμο». Ακόμη και η Barbie έχει φορέσει μαντίλα, εξασφαλίζοντας μεγάλη επιτυχία σ' αυτό το μοντέλο.
Μια πρόχειρη σφυγμομέτρηση εδώ σε φίλες και γνωστές, μερικές από τις οποίες φεμινίστριες και αρκετές νέες, έδωσε ομοιογενείς σχεδόν απαντήσεις: «Γιατί όχι; Γιατί να μη φοράνε μαντίλα αν θέλουν; Δεν είναι δικαίωμά τους;».
«Και τσαντόρ; Και μπούργκα;». Εδώ στις απαντήσεις υπήρξε αμηχανία.
Υπάρχουν λοιπόν διαβαθμίσεις;
Φίλη από το Ιράν, καθηγήτρια σε ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο, αναφέρει ότι κάθε καλοκαίρι που επισκέπτεται τους συγγενείς της στην Τεχεράνη, αισθάνεται άβολα με τη μαντίλα. «Πρέπει κάθε στιγμή να προσέχεις να μη γλιστρήσει, μη φανεί λαιμός, μη φανούν μαλλιά. Επειτα είναι και η μέση και τόσα άλλα σημεία του σώματος. Ολα αυτά καλύπτονται θαυμάσια με το τσαντόρ, είναι άνετο, σχεδιάστηκε γι' αυτήν ακριβώς τη δουλειά, το φοράς πάνω απ' τα κανονικά σου ρούχα και τελειώνεις».
Στη Γαλλία, όπου η μαντίλα απαγορεύτηκε στα σχολεία και στα πανεπιστήμια, γυναίκες υπέρμαχοί της προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ζητώντας να τους επιτραπεί να ασκήσουν ελεύθερα το δικαίωμά τους να τη φοράνε παντού. Η απόφαση δικαίωσε τη διοικητική απαγόρευση, συνδέοντάς την με ένα είδος θρησκευτικής προπαγάνδας, και συνδυάστηκε με την αφαίρεση και των χριστιανικών συμβόλων -Σταυρού, εικόνων του Χριστού- από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Και η μπούργκα; Αυτή που αφήνει μόνο στα μάτια ένα ελάχιστο άνοιγμα; Ποιος θυμάται το συνεχές σφυροκόπημα εναντίον των Ταλιμπάν για τις «καημένες τις Αφγανές που τόσο υπέφεραν με τις μπούργκες»; Σχεδόν αφορμή πολέμου η μπούργκα. Τώρα; Δεν υποφέρουν; Τη φοράνε και τσιμουδιά. Επειδή έχουν δικαίωμα. Μια θαυμάσια ταινία, «Στις πέντε το απόγευμα», από γυναίκα για τις γυναίκες στο Αφγανιστάν, σχεδόν ντοκιμαντέρ, περιγράφει τη ζωή τους.
Εδώ στη Δύση, αυτές δεν μιλάνε ακόμα, δεν διακηρύσσουν «το δικαίωμά τους» να φοράνε μπούργκα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως σε εκείνη την περίπτωση της διδάσκουσας σε αγγλικό πανεπιστήμιο. Ομως λαλίστατες είναι πολλές γυναίκες για τη μαντίλα, όταν συναντούν αντιδράσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και σε συνεντεύξεις στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση πρόσφατα στη χώρα μας.
Τη φοράνε, την επιδεικνύουν, με πρόκληση σχεδόν. Σαν να λένε: «Να τι πέτυχα. Είμαι διαφορετική, το διακηρύσσω». Αυτή είναι η μία εκδοχή. «Αποδοκιμάζω τους Αμερικανούς και την πολιτική τους», άλλη εκδοχή. «Συνήθισα να τη φοράω στη χώρα μου κι εδώ νιώθω απροστάτευτη χωρίς αυτήν», άλλη, μετριοπαθέστερη.
Αντίσταση στο δυτικό τρόπο ζωής ή στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό κάνουν μόνο οι γυναίκες πια; Οι άντρες, κύριοι εκφραστές πολιτικής γνώμης και πράξης, γιατί δεν φοράνε κάτι ενδεικτικό; Σαρίκι, φέσι, κάτι άλλο από τα παλιά; Μήπως δεν τους χρειάζεται γιατί ενδυματολογικά τους καλύπτει το εξάρτημά τους, δηλαδή η γυναίκα της επιρροής τους;
Είναι ένα ζήτημα που επανέρχεται μετά από τέσσερις και πλέον δεκαετίες όταν, στον απελευθερωτικό πόλεμο της Αλγερίας, υποστηρίχτηκε από ορισμένους ότι η μαντίλα αποτελούσε σύμβολο αντίστασης και εθνικής υπερηφάνειας -με ιδιαίτερη μαλιστα έμφαση από τον θεωρητικό των απελευθερωτικών κινημάτων του Τρίτου Κόσμου, τον Φραντς Φανόν.
Οι Αλγερινές αγωνίστριες που συμμετείχαν τότε στην επανάσταση ισότιμα με τους άντρες αντέδρασαν έντονα. «Η Αλγερία βγήκε από τον αποικιοκρατικό ζυγό εκατόν τριάντα χρόνων. Πόσους επί πλέον αιώνες εκμετάλλευσης έζησαν οι γυναίκες; Πόσες γενιές ακόμα θα περιμένουν; Οι δικοί τους αποικιοκράτες ήταν οι άντρες...», έγραφε η Φαντέλα Ραμπέτ.
Και το 1964, ο Μπεν Μπέλα, πρόεδρος της προσωρινά τότε σοσιαλιστικής Αλγερίας, δύο χρόνια μετά την απελευθέρωσή της, ομολογούσε: «Στη χώρα μας, πέντε εκατομμύρια γυναίκες ζουν υποταγμένες σε μια δουλειά ανάξια της σοσιαλιστικής και μουσουλμανικής Αλγερίας. Η λύση του προβλήματος είναι πρωταρχικής σημασίας για την ίδια τη φύση του σοσιαλισμού μας...». Αυτά, λίγο προτού ο ίδιος ανατραπεί και φυλακιστεί για τα δεκαεννέα επόμενα χρόνια.
Πέρασαν περίπου δεκαπέντε χρόνια και ήρθε νέα επανάσταση, η ιρανική. Μεσούντος του νεοφεμινιστικού κινήματος στον κόσμο, στη δεκαετία του '70. Τσαντόρ επέβαλαν στις γυναίκες του Ιράν οι θρησκευτικοπολιτικοί ηγέτες. Σε απάντηση, μαζικότατες, το 1978, οι διαδηλώσεις των γυναικών του Ιράν, δεκάδες χιλιάδων. Ηταν οι ίδιες γυναίκες που πριν από λίγες εβδομάδες είχαν σταθεί άοπλες μαζί με τους άντρες απέναντι στα πολυβόλα του προηγούμενου καθεστώτος. Θεωρήθηκαν οι μαζικότερες διαδηλώσεις γυναικών ώς τότε. Μέχρι και πενήντα χιλιάδες σε μια συγκέντρωση -για τα δικά τους τώρα, ατομικά δικαιώματα. Οι μουτζαχεντίν δεν τις λυπήθηκαν. Οταν τις σκότωναν, φρόντιζαν η μαχαιριά να διαπερνά και τον παρθενικό υμένα ώστε να μην υπάρχει κανένα ελαφρυντικό για το θύμα.
Διαδήλωσαν και στην Αθήνα οι γυναίκες τότε, αλληλέγγυες με τις Ιρανές. Κι ας ήταν το κλίμα εδώ αρκετά φιλοϊρανικό, αμέσως μετά την επανάσταση εναντίον του προηγούμενου διεφθαρμένου και απολυταρχικού καθεστώτος.
Αλλη εποχή. Αλλη αντιμετώπιση. Και σήμερα; Τριάντα χρόνια αργότερα; Μετά τη νέα, τη «βελούδινη» τώρα μουσουλμανική ανατροπή; Τι θα απογίνουν οι γυναίκες στην Τουρκία; Οι δικές μας οι μουσουλμάνες στη Θράκη; Λένε ότι στην Πόλη ακόμη και κάποιες ελληνικές οικογένειες με οικονομικά προβλήματα υποχρεώνονται να φορέσουν μαντίλες στα νέα κορίτσια τους προκειμένου να μην εξαιρεθούν από μια έκτακτη οικονομική ενίσχυση...
Πριν από λίγο καιρό, στην «Καθημερινή», 7 Οκτωβρίου, η Ρίτσα Μασούρα αναδημοσίευε άρθρο της Τουρκάλας δημοσιογράφου Μεράλ Ταμέρ στη «Μιλιέτ», με τη μορφή ανοιχτής επιστολής στον Ερντογάν. Μερικά αποσπάσματα:
«...Το σκηνικό άλλαξε από την ημέρα που το Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης ήρθε στην εξουσία. Ολο και περισσότερες νέες γυναίκες φορούν τη μαντίλα και δεν την αποχωρίζονται ούτε όταν βγαίνουν για τις μικρές εξωτερικές δουλειές τους... Κύριε πρωθυπουργέ, φοβόμαστε ότι η κοινωνική πίεση που ασκείται σήμερα σ' αυτές τις γυναίκες σε μερικά χρόνια θα φτάσει και σε μας. Σε μας, που μέσα από τις σπουδές μας και τη δουλειά μας κερδίσαμε την ελευθερία μας... Σας εξομολογούμαι ότι σήμερα δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι σε οκτώ ή δέκα χρόνια θα κυκλοφορώ με ακάλυπτο το κεφάλι μου. Κι αν, κύριε Ερντογάν, οι κοινωνικές πιέσεις στις φτωχές συνοικίες μεταφερθούν στην καρδιά της Αγκυρας και της Κωνσταντινούπολης, τότε θα υποχρεωθώ να πάρω την κορούλα μου και να εγκαταλείψουμε την Τουρκία...».
Πώς αντιμετωπίζουν εδώ οι γυναίκες τη συμπτωματικά (;) παράλληλη ορμητική διάδοση της μαντίλας στις υπόλοιπες, μη μουσουλμανικές χώρες;
Σήμερα, όταν ρωτάς νέες, προοδευτικές γυναίκες, ανασηκώνουν τους ώμους: «Δικαίωμά τους να φοράνε ό,τι θέλουν. Εμείς θα τους το απαγορεύσουμε;».
Ο,τι πείτε. Δικαίωμά τους η μαντίλα, η μπούργκα, ακόμα και το χαρέμι -σε μερικές αρέσει, γιατί όχι; Μήπως δικαίωμά τους και η κλειτοριδεκτομή; «Ε, όχι, αυτό το τελευταίο. Αυτό πονάει. Είναι απαράδεκτο».
Ποιος είπε ότι η μαντίλα δεν πονάει; Μας πονάει ακόμα κι εμάς που τη βλέπουμε, το σύμβολο αυτό διάκρισης φύλου, έκφραση της εξάρτησης, της εξουσίας ανθρώπου από άνθρωπο.
Μια τελευταία ερώτηση-θερμόμετρο σ' αυτήν την άτυπη σφυγμομέτρηση, σε γυναίκες που δεν έχουν ποτέ τους έρθει αντιμέτωπες με τη μαντίλα: «Αν κανένας δεν σε πίεζε, εσύ θα φορούσες μαντίλα πρωί, μεσημέρι, βράδυ, έτσι δοκιμαστικά, έστω για μία εβδομάδα;». Αιφνιδιάζονται, το σκέφτονται, αλλά καμία ώς τώρα δεν απάντησε «ναι». Κάτι είναι κι αυτό.
http://www.enet.gr/online/online_text/c=111,id=75942768