Originally Posted by
eyeamflesch
Loipon, paidgia.
Ta sygkekrimena graFtikan ton aBgousto stin Amorgo kai to teleFtaio peri thaBmastikou se ena apo ta pio omorfa simeia tou planiti pouxw dei ws twra. Misos xronos eixie perasei apta proigoumena, kai miso xrono meta apaFta, tin Kyrgiaki dil, eipa na to ksanasynexisw.
aFta poy diabasate ypotithetai oti einai i arxi mia neas enotitas enw i proigoumeni teleinwnei me ena shocking -gia tin istoria- telos. Wstoso, den to exw brei akoma, thamerthei kapoia stigmi.
Parte to Kyrgiakatiko.
“Περίεργα πράματα ρε συ Λάμπη”, είπε ο Νάσος στο φίλο του που μόλις είχε ξυπνήσει, ενώ αποθήκευσε το SMS με το θαυμαστικό στη μνήμη του κινητού του.
Ο Λάμπης, άναψε το φως του μπάνιου και πριν περάσει το κατώφλι του κοίταξε το Νάσο ανάμεσα από τις τσίμπλες του και είπε ένα απλό “εμ, τι περίμενες ντε;”
“Αυτό να μου πεις”, αποκρίθηκε ο Νάσος και άκουσε το κονσέρτο θερινής μεσημβρίας με βούρτσα και σμάλτο, σε σολ δίεση.
“Θα πάμε απ'το πάρκο πριν πας στη δουλειά;” ρώτησε ο Λάμπης το Νάσο μοστράροντας του συνάμα το χαμόγελο της Crest και έχοντας εξαφανίσει όλες τις τσίμπλες (με ποιον τρόπο το έκανε αυτό δεν το γνωρίζουμε).
“Λες, ε;”
“Λέω, για.”
-Χαμόγελο της Crest-
“Εντάξει τότες.”
“Θα πάρουμε το μαροκάνι ή το δικό μας;”
-Χαμόγελο της Crest-
“Γιατί όχι και τα δύο;”
“Αυτός είσαι δικέ μου!”
-Χαμόγελο της Crest-
-Χαμόγελο της Kolinos-
Αφού πέρασε μια ωρίτσα στο περίπου, κίνησαν να παν στο πάρκο. Φτάσανε κατά τις τρεις και είχαν τέσσερεις ώρες μπροστά τους πριν αρχίσει το νυχτοκάματο του Νάσου.
Έστιψε ένα μαροκάνι ο ένας κι ένα από το δικό τους ο άλλος. Είχανε καθίσει με μια μεγαλούτσικη παρέα και κρίνανε ορθό να αρχίσουν αμφότεροι το ζέσταμα.
Οι μισοί από την παρέα είχανε ήδη στριφτά εν δράση και οι άλλοι μισοί παίζανε με τα κρουστά τους. Υπήρχαν μερικά παραδοσιακά κόνγια, κανά-δυο μπόνγκος, πέντε κόνγκας και ένα τζέμπε από την Γκάνα (σαν το τουμπερλέκι που όλοι ξέρουμε, αλλά με ξύλο για σώμα και δέρμα κατσίκας για μεμβράνη).
Κατά παράδοση, αυτός που του ερχόταν η σείρα του για να καπνίσει ένα από τα στριφτά που γυρνούσαν έδινε το κρουστό που έπαιζε στο διπλανό του. Με αυτόν τον τρόπο, oi μίσοι κάπνιζαν και οι μισοί έπαιζαν, και μόλις τέλειωνε το κάπνιζμα ο καθένας της παρέας, του πάσερνε ο αριστερός του ένα κρουστό πάνω στο οποίο άρχιζε να σολάρει.
'Οταν, αφού έστριφσε και αφού το'σκασε και αφού το πάσαρε το στριφτό του, ο Νάσος δέχτηκε το τζέμπε από τον αριστερό του είπε να μην κάνει αυτό που έκανε πάντα όταν ερχόταν η σειρά του να παίξει. Έτσι, βάρεσε το δέρμα της κατσίκας για πρώτη φορά στη ζωή του.
Καλά όλα αυτά. Ωραίο το να πέρνει κάποιος απόφαση να παράγει ήχους χωρίς να χρησιμοποιεί το στόμα του. Είναι το πρώτο κρυφοκοίταγμα μέσα από την πύλη μιας μαγικής διάστασης. Ωστόσο, και το δικό τους το χασίσι ήταν μαγικό. Και από αυτό είχε στρίψει ο Νάσος. Και δεν σταμάτησε να χτυπάει την κακόμοιρη την κατσίκα. Άμα ήταν όμως ζωντανή, μπορεί και να ζούσε για πάντα.